Καθ’ολη τη διάρκεια της αρχαιότητας, το λιμάνι της Φειάς λειτουργούσε ως σημαντική πύλη ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες μέσω της οποίας διακινούνταν με φυσιολογική ροή άνθρωποι και αγαθά από και προς το κράτος των Ηλείων. Ωστόσο, η εικόνα αυτή άλλαζε κάθε τέσσερα χρόνια, το καλοκαίρι της Ολυμπιακής χρονιάς, καθώς πλησίαζε η εποχή της τέλεσης των αγώνων. Το λιμάνι και πολίχνη της Φειάς, όπως και της Κυλλήνης βορειότερα, υποδέχονταν τα πλήθη των Ελλήνων που προσέρχονταν αθρόα στην ιερή γη της Ηλείας με πλοία της εποχής και με προέλευση την ηπειρωτική Ελλάδα και τις πολυάριθμες αποικίες ανά την Μεσόγειο, προκειμένου να λάβουν μέρος στην μεγαλοπρεπή θρησκευτική πανήγυρη προς τιμήν του Διός στο περιλάλητο ιερό της Ολυμπίας.
Στη βυζαντινή περίοδο το οικοδομικό υλικό της αρχαίας ακρόπολης χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή κάστρου, στα κατώτερα μέρη της τοιχοποιίας του οποίου διατηρήθηκε το αρχαίο τείχος με εμφανή τα ίχνη επισκευής του από τους μετέπειτα (από το 1204 και εξής) φράγκους κατακτητές του. Το φρούριο είναι γνωστό στις πηγές ως Ποντικόκαστρο (πρώτη μνεία το 1111), ονομασία την οποία οφείλει κατά μια ερμηνεία στον πόντο, το προσηγορικό των θαλασσών (ποντικό, παραθαλάσσιο κάστρο) ή κατά μια άλλη εκδοχή στην ομοιότητα της κάτοψης του λόφου με ποντικό.