Πρωτεύουσα του ομώνυμου κράτους των Ηλείων και λίκνο των Ολυμπιακών Αγώνων, η Ήλιδα γνώρισε ιδιαίτερη ακμή, έχοντας υπό την κηδεμονία της το περίλαμπρο Ιερό του Διός της Ολυμπίας. Ο βασιλιάς της Ίφιτος, έπειτα από σχετικό χρησμό αναδιοργάνωσε το 776 π.Χ. τους Ολυμπιακούς Αγώνες και ήταν η Ήλιδα η πόλη που είχε την ευθύνη της τέλεσής τους κατά το μεγαλύτερο διάστημα της υπερχιλιετούς διάρκειάς τους. Η συμφωνία της Εκεχειρίας που υπέγραψε ο Ίφιτος και ο Νομοθέτης – βασιλιάς της Σπάρτης Λυκούργος που όριζε ως ιερά και απαραβίαστα τα σύνορα της Ήλιδας, εκτόξευσε την αίγλη και σφράγισε τη μετέπειτα τύχη και πορεία του αρχαίου κράτους και της πρωτεύουσάς του.
Το θέατρο, η αρχαία αγορά με τις στοές, τα ιερά και δημόσια κτίρια, η κυρίως πόλη με τους δρόμους, τις οικίες, τα καταστήματα, τα εργαστήρια και τα νεκροταφεία, τα πλούσια ευρήματα όλων των περιόδων, μαρτυρούν το λαμπρό παρελθόν της πρωτεύουσας Ήλιδας. Οι ιστορικές πηγές συμπληρώνουν την εικόνα του μεγαλείου, κάνοντας λόγο για αθλητικές εγκαταστάσεις και άλλα λαμπρά μνημεία που βεβαιώνουν ότι η Ήλιδα υπήρξε πολυάνθρωπη και σπουδαία μητρόπολη, με αθλοκεντρικό χαρακτήρα και ρόλο, πιστή θεραπαινίδα και περήφανη οικοδέσποινα των Ολυμπιακών Αγώνων.
Με την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων (393 μ.Χ.) και εξ’αιτίας των βαρβαρικών επιδρομών (4ος-5ος αι. μ.Χ.) οπότε και η πόλη συρρικώθηκε σημαντικά η ζωή συνεχίζεται, οπότε μια παλαιοχριστιανική βασιλική κτίζεται πάνω στα ερείπια της Κερκυραϊκής Στοάς. Τέλος, ερημώνεται και εγκαταλείπεται εξαιτίας ισχυρού σεισμού (τέλη 6ου αι. μ.Χ.). Το 19ο αιώνα Ευρωπαίοι περιηγητές εντοπίζουν την Ήλιδα. Με οδηγό τον Παυσανία, οι πρώτες ανασκαφές του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου (1910-1914) αποκαλύπτουν δημόσια οικοδομήματα της Αγοράς, ταυτίζουν τη θέση της ακρόπολης και εντοπίζουν τις αθλητικές εγκαταστάσεις.